Περίτεχνοι ναοί, πολύπλοκες συνθέσεις
Όσο και αν οι παραδοσιακοί ύμνοι (τα Γρηγοριανά μέλη) ήταν αξιοσέβαστοι, οι μεσαιωνικοί μοναχοί ένιωθαν την ανάγκη να τους διανθίσουν. Έτσι άρχισαν να προσθέτουν νέες μελωδίες στην αρχή, στο τέλος ή και στη μέση ενός ύμνου και συχνά έγραφαν και καινούρια λόγια για να τις συνοδεύουν. Για να κάνουν ακόμη πιο εντυπωσιακό και κατανυκτικό το ακουστικό αποτέλεσμα, τέτοιο που να ταιριάζει στις μεγάλες αίθουσες των καθεδρικών ναών, οι κληρικοί σκέφτηκαν να προσθέσουν μια δεύτερη φωνή που να ακολουθεί νότα προς νότα τον κύριο ύμνο, τραγουδώντας όμως διαφορετική μελωδία. Αυτή η τεχνική, που ονομάζεται αντίστιξη, ήταν το πρώτο βήμα για την πολυφωνική μουσική που δεσπόζει στην Ευρώπη μέχρι τον 16ο αιώνα. Τα πρώτα γραμμένα πολυφωνικά έργα χρονολογούνται από τον 9ο αιώνα! Το νέο αυτό είδος θρησκευτικής μουσικής ονομάστηκε όργκανουμ (organum) και το μεγαλύτερο γραμμένο (και άρα σωσμένο) ρεπερτόριο προέρχεται από τον καθεδρικό ναό της Παναγίας των Παρισίων (Notre Dame). Εκεί έδρασαν και έγραψαν όργκανουμ δύο περίφημοι δάσκαλοι: ο Λεονίνος (έδρασε περ. 1150-1201) και ο Περοτίνος (έδρασε στο τέλος του 12ου και στις αρχές του 13ου αιώνα). Ο τελευταίος μάλιστα έγραψε ακόμη πιο πολύπλοκη πολυφωνία, αφού πρόσθετε τρίτη ή και τέταρτη φωνή στις συνθέσεις του.
- Η Παναγία των Παρισίων, πρόσοψη. Οι δάσκαλοι Λεονίνος και Περοτίνος έδρασαν στη Σχολή της Παναγίας των Παρισίων.
- «Musica enchiriadis», «Εγχειρίδιο μουσικής» του 9ου αιώνα. Αυτό το χειρόγραφο περιέχει τα πρώτα δείγματα πολυφωνικής γραφής. Οι δύο φωνές τραγουδούν ταυτόχρονα το ίδιο κείμενο με διαφορετικές όμως νότες η καθεμιά. Συμπίπτουν μόνο στο τέλος της φράσης.
Παίζοντας με τις λέξεις
Το επόμενο βήμα για τους συνθέτες της Σχολής του Παρισιού ήταν να προσθέσουν καινούρια λόγια στις δεύτερες ή τρίτες μελωδίες του όργκανουμ. Στην αρχή τα λόγια ήταν λατινικά και συνδέονταν νοηματικά με τα λόγια του ύμνου που αποτελούσε τη βάση για την καινούρια σύνθεση. Το νέο είδος μουσικής ονομάστηκε μοτέτο (motet), από τη γαλλική λέξη «mot» που σημαίνει λέξη (επειδή προστέθηκαν καινούριες λέξεις). Τα μοτέτα αυτά μπορεί να παίζονταν στην εκκλησία, αλλά και εκτός, σε ιδιωτικές θρησκευτικές συγκεντρώσεις. Σιγά σιγά οι συνθέτες άρχισαν να προσθέτουν αντί για λατινικό, γαλλικό κείμενο —καμιά φορά μάλιστα και δύο— συχνά τολμηρό και με σεξουαλικά υπονοούμενα. Σίγουρα αυτού του είδους τα μοτέτα προορίζονταν μόνο για κοσμικές περιστάσεις! Το τρίφωνο, πολύγλωσσο μοτέτο ήταν το κυριότερο είδος σύνθεσης στη Γαλλία του 13ου αιώνα.
- Μοτέτο σε χειρόγραφο του 13ου αιώνα, κώδικας Βαμβέργης. Οι τρεις φωνές γράφονταν στην ίδια σελίδα, με τον τενόρο που έπιανε το λιγότερο χώρο στο κάτω μέρος.
Μουσική για το αυτί, το μάτι ή το μυαλό;
Το να συνδυάζονται δύο ή και περισσότερες ταυτόχρονες μελωδίες προϋπέθετε να υπάρχει ένα σύστημα γραφής που να δείχνει το ρυθμό κάθε μελωδίας, έτσι ώστε οι τραγουδιστές να μπορούν να τις συγχρονίζουν σωστά. Η ρυθμική καταγραφή των μελωδιών απασχόλησε πάρα πολύ τους μουσικούς του 13ου και 14ου αιώνα. Έτσι σκέφτηκαν να δώσουν στις νότες διαφορετικά σχήματα, καθένα από τα οποία να αντιστοιχεί σε συγκεκριμένη ρυθμική διάρκεια. Αυτό το σύστημα ακολουθούμε και στις μέρες μας, αν και τα σχήματα έχουν κάπως αλλάξει.
Η ρυθμική σημειογραφία έδωσε τη δυνατότητα να γράφονται μοτέτα εξαιρετικής ρυθμικής δυσκολίας. Στο είδος που επικράτησε τον 14ο αιώνα, η χαμηλότερη φωνή, ο τενόρος, επαναλάμβανε ένα ρυθμικό και μελωδικό σχήμα πολλές φορές, άλλοτε επιταχύνοντας και άλλοτε επιβραδύνοντας το ρυθμικό βηματισμό (παλμό). Το μοτέτο αυτό ονομάστηκε ισορρυθμικό (isorhythmic), επειδή επαναλαμβανόταν το ίδιο ρυθμικό σχήμα. Οι δύο ψηλότερες φωνές μπορεί επίσης να ακολουθούσαν κάποιο πολύπλοκο ρυθμικό πλάνο, ενώ τα τρία κείμενα (τα περισσότερα μοτέτα μετά το 1250 ήταν τρίφωνα) συνδέονταν νοηματικά, αλλά και ηχητικά. Το παιχνίδι με τη δομή, το νόημα και τον ήχο των λέξεων ήταν κάτι που τραβούσε ιδιαίτερα τα μεσαιωνικά εκλεπτυσμένα ακροατήρια και, ακόμη και αν όλες οι λεπτομέρειες δεν ήταν άμεσα αντιληπτές με το αυτί, σίγουρα διασκέδαζαν τους εκτελεστές που τις έβλεπαν γραμμένες. Το πολύπλοκο αυτό ύφος οι σύγχρονοι το ονόμασαν «Ars Nova» (Αρς Νόβα, δηλ. Νέα Τέχνη) και έτσι αναγκαστικά η μουσική πριν από τον 14ο αιώνα ονομάστηκε «Ars Antiqua» (Αρς Αντίκουα, δηλ. Παλαιά Τέχνη). Ο πιο φημισμένος συνθέτης ισορρυθμικών μοτέτων ήταν ο Φιλίπ ντε Βιτρύ. Πολλά από τα μοτέτα του βρίσκονται εμβόλιμα σε ένα χειρόγραφο του σατιρικού ποιήματος Ρομάν ντε Φωβέλ (Roman de Fauvel), γραμμένο για ένα άλογο που γίνεται αφεντικό στο σπίτι του κυρίου του!
- Μικρογραφία από το χειρόγραφο του Ρομάν ντε Φωβέλ ©. Σε αυτή τη σάτιρα της εκκλησιαστικής και πολιτικής διαφθοράς, το άλογο Φωβέλ, το όνομα του οποίου αποτελείται από τα αρχικά των 6 αμαρτημάτων, παντρεύεται τη Ματαιοδοξία και κάνουν απογόνους που τελικά καταστρέφουν τον κόσμο.
- Σελίδα από το χειρόγραφο του Ρομάν ντε Φωβέλ με ποίηση και μουσική ©. Τα μοτέτα του Βιτρύ παρεμβάλλονται ανάμεσα στους στίχους.
Γρηγοριανό μέλος (Gregorian chant ή plainchant)
Το ρεπερτόριο των μονοφωνικών εκκλησιαστικών ύμνων που ψάλλονταν στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία.
Καθεδρικοί ναοί
Σιγά σιγά τα κέντρα γνώσης μεταφέρθηκαν από τα μοναστήρια στους μεγάλους καθεδρικούς ναούς των πόλεων. Εκεί οι δάσκαλοι άρχισαν να οργανώνονται σε συντεχνίες και έπαιρναν τον τίτλο του «μάστερ». Οι συντεχνίες ενώθηκαν δημιουργώντας μεγαλύτερες συντεχνίες, τα πανεπιστήμια. Έτσι ιδρύθηκε το πρώτο πανεπιστήμιο στο Παρίσι το 1200 και ακολούθησαν άλλα στην Οξφόρδη, το Μονπελιέ και την Μπολόνια.
Το πανεπιστήμιο της Οξφόρδης είναι από τα πιο παλιά της Ευρώπης.
πολυφωνία (polyphony)
Ο συνδυασμός δύο ή περισσότερων ανεξάρτητων μελωδικών γραμμών (φωνών) ίσης σημασίας. Από τον 12ο αιώνα μέχρι την περίοδο Μπαρόκ η μουσική είναι πολυφωνική.
Αντίστιξη (counterpoint)
Στα λατινικά ο όρος είναι contrapunctum, που προκύπτει από την έκφραση punctum contra punctum, δηλ. μια νότα ακούγεται κόντρα σε μια άλλη. Από τότε ο όρος σημαίνει τον ταυτόχρονο συνδυασμό ανεξάρτητων μελωδικών γραμμών με βάση προκαθορισμένους κανόνες.
όργκανουμ
Το παλαιότερο είδος πολυφωνικής μουσικής (από τον 9ο μέχρι τον 13ο αιώνα), που προέκυψε από την προσθήκη μιας ή περισσότερων μελωδιών σε ένα προϋπάρχον Γρηγοριανό μέλος.
Μοτέτο
Στα τρίφωνα μοτέτα οι φωνές από την πιο χαμηλή στην πιο ψηλή ονομάζονται τενόρος (tenor), ντούπλουμ (duplum) και μοτέτους (motetus). Σήμερα στα μοτέτα δίνουμε τίτλους διαβάζοντας τις πρώτες λέξεις των κειμένων τους από την ψηλότερη φωνή προς τα κάτω (π.χ. In arboris/Tuba sacre fidei/Virgo sum). Ο τενόρος συνήθως προερχόταν από κάποιο Γρηγοριανό μέλος.
Ρυθμική σημειογραφία
Ήδη από τον 12ο αιώνα οι συνθέτες της Σχολής του Παρισιού είχαν προσπαθήσει να βρουν ένα σύστημα ρυθμικής καταγραφής. Επινόησαν έτσι τις λιγκατούρες, σύμβολα σαν νότες που δήλωναν επαναλήψεις σύντομων ρυθμικών σχημάτων. Από τον 13ο αιώνα και μετά, το σχήμα κάθε νότας δείχνει και τη ρυθμική της διάρκεια σε σχέση με τις άλλες νότες, ενώ η θέση της πάνω στο πεντάγραμμο, το τονικό της ύψος. Αυτό το σύστημα στην ουσία χρησιμοποιούμε μέχρι σήμερα. Στην αρχή οι κεφαλές από τις νότες ήταν γεμισμένες με μελάνι (μαύρη μετρική γραφή). Όταν όμως άρχισε να χρησιμοποιείται το χαρτί, τον 15ο αιώνα, το μαύρο μελάνι πότιζε το χαρτί κάνοντας μουτζούρες. Έτσι οι νότες άρχισαν να γράφονται μόνο με το περίγραμμά τους, χωρίς γέμισμα (άσπρη μετρική γραφή).
Η μικρογραφία αποδίδει το πρώτο γράμμα του ποιήματος, εδώ το «D». Το τραγούδι «De tous bien plaine» (Η κυρά μου είναι γεμάτη αρετές) ήταν από τα πιο δημοφιλή του 15ου αιώνα.
Τενόρος
Από το λατινικό tenere, που σημαίνει κρατώ, υποβαστάζω. Την εποχή του Μεσαίωνα δηλώνει την φωνή που τραγουδά την προϋπάρχουσα μελωδία, θρησκευτική ή κοσμική, συχνά με νότες πολύ μεγάλης διάρκειας.
Φιλίπ ντε Βιτρύ (Philippe de Vitry, 1291-1361)
Συνθέτης, ποιητής, θεωρητικός και επίσκοπος, ο Φιλίπ ντε Βιτρύ έγραψε την πραγματεία Ars Nova, απ’ όπου πήρε και το «μουσικό» όνομά του ο 14ος αιώνας.