Από την μεγαλοπρέπεια και την υπερβολή στην απλότητα και φυσικότητα
Από τις αρχές του 18ου αιώνα το μεγαλειώδες και περίτεχνο που χαρακτηρίζει την μπαρόκ μουσική δίνει τη θέση του σε ένα πιο απλό, φυσικό, ανάλαφρο και εκλεπτυσμένο ύφος, που οι σύγχρονοι το ονόμασαν στιλ γκαλάν (γαλλ. style galant). Ακόμη και ο ίδιος ο Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ σε μερικά από τα τελευταία του έργα συνδύασε το γκαλάν ύφος με τη μεγαλοπρέπεια του μπαρόκ. Ο συνθέτης που συνδέεται όμως πιο πολύ με το μοντέρνο γκαλάν είναι ο μικρότερος γιος του Μπαχ, ο Γιόχαν Κρίστιαν (Johann Christian Bach, 1735-1782), γνωστός και σαν «Μπαχ του Λονδίνου», επειδή έζησε εκεί. Τα ανάλαφρα και πρόσχαρα έργα του, ειδικά τα κοντσέρτα του για πιάνο, υπήρξαν πηγή έμπνευσης για τον νεαρό Μότσαρτ, που γνώρισε τον Γιόχαν Κρίστιαν στο Λονδίνο σε ηλικία 8 ετών.
Οι λόγοι για τη στροφή από το πολύπλοκο μπαρόκ ύφος στο γκαλάν ήταν κοινωνικοί. Με την άνοδο της μεσαίας τάξης, αποτέλεσμα της Βιομηχανικής Επανάστασης, όλο και μεγαλύτερο κοινό είχε τη δυνατότητα να πηγαίνει σε δημόσιες συναυλίες ή να μελετά και να παίζει μουσική. Για το κοινό αυτό οι απλοί, σύντομοι και ευχάριστοι σκοποί ήταν πιο εύπεπτοι από τις μακριές και δαιδαλώδεις μπαρόκ μελωδίες. Έτσι η μουσική απέκτησε σιγά σιγά συγκεκριμένα χαρακτηριστικά στα οποία αναφερόμαστε με το όρο Κλασική μουσική.
- Ο Μότσαρτ σε ηλικία 7 περίπου ετών ©.
Τα βασικά χαρακτηριστικά της Κλασικής μουσικής
- Σύντομες, συμμετρικές φράσεις (συνήθως διάρκειας τεσσάρων μέτρων), με ξεκάθαρη αρχή και τέλος και απλή συνοδεία
- Φυσικότητα και απλότητα στη μελωδία
- Ομοφωνική γραφή στα πλαίσια του Τονικού Μουσικού Συστήματος (διατονική μουσική)
- Γρήγορες εναλλαγές συναισθημάτων, ώστε να υπάρχει αντίθεση και ποικιλία. Η αντίθεση και η ποικιλία επιτυγχάνονται με τις περιπλανήσεις της μουσικής από τη βασική συνήχηση-συγχορδία (τονικότητα) σε δευτερεύουσες και τελικά την επιστροφή της στην βασική. Αυτές οι περιπλανήσεις δημιουργούν ένα αίσθημα έντασης και προσμονής, που λύνεται μόνο με την επιστροφή στην κύρια τονικότητα. Σε αυτό το παιχνίδι με τις προσδοκίες του ακροατή βασίζεται όλη η μουσική της Κλασικής αλλά και της Ρομαντικής περιόδου.
- Ο Μότσαρτ 7 ετών, η αδελφή του Νάνερλ, 11, και ο πατέρας τους Λεοπόλδος σε μια πρόβα.
Συνταγή επιτυχίας. Το ενδιαφέρον για αντίθεση και ποικιλία φαίνεται καθαρά σε ένα βιβλίο του 1805, όπου ο συγγραφέας δίνει συμβουλές σε νεαρούς συνθέτες: «...στη σύνθεση ενός μουσικού έργου που περιέχει δύο ή περισσότερα μέρη, καθώς και στην επιλογή και στη σειρά παρουσίασης έργων σε μια συναυλία, πρέπει κανείς να επιζητά την αντίθεση, που αποτελεί το ασφαλέστερο μέσο για να κρατηθεί ζωντανό το ενδιαφέρον [του κοινού]. Γιατί συχνά, καθώς δεν φροντίζουν να εναλλάσσουν δυνατά με σιγανά περάσματα, την πλήρη ορχήστρα και χορωδία με κουαρτέτα και τραγούδια για λίγες φωνές, την οργανική μουσική με φωνητική, και το παλιό ύφος με το μοντέρνο, πολλές εξαιρετικές κατά τα άλλα συνθέσεις έχουν φτωχό αποτέλεσμα. Και το κοινό δεν αντέχει και παραπονιέται για τη διάρκεια των συναυλιών, που ίσως δεν θα ήταν τόσο κουραστικές αν δεν ήταν τόσο μονότονες ή αν το πρόγραμμά τους δεν είχε τόση ομοιογένεια».
John Marsh, Hints to Young Composers of Instrumental Music (London, 1805), ανατ. Galpin Society Journal 18 (1965): 71, μεταφρ. Βασιλική Κουτσομπίνα.
Ένα στιλ «ευαίσθητο»
Παράλληλα με το γκαλάν ύφος, ένας άλλος γιος του Μπαχ, ο Καρλ Φίλιπ Εμάνουελ (Carl Philipp Emanuel Bach, 1714-1788), ανέπτυξε το «ευαίσθητο ή συναισθηματικό στιλ» (γερμ. Empfindsamer Stil), κυρίως στα έργα του για πληκτροφόρο όργανο. Το ύφος αυτό έχει σκοπό να εκφράσει με ζωντανό τρόπο μεταβαλλόμενες διαθέσεις, ακόμη και αν χρειάζεται να παρακάμψει ο συνθέτης τους κανόνες της αρμονίας. Έτσι, ασυνήθιστες διαδοχές συνηχήσεων, απότομες παύσεις, τρίλιες, νευρικοί και γρήγορα εναλλασσόμενοι ρυθμοί, απότομες αλλαγές στην ένταση συνθέτουν μια μουσική παλέτα συναισθημάτων όπου κυριαρχούν η έκπληξη, η ένταση αλλά και η μελαγχολία.
Πολλές «επαναστάσεις» χαρακτηρίζουν τον 18ο αιώνα, όλες σημαδεμένες από αιματηρές συγκρούσεις και σημαντικές κοινωνικές ανακατατάξεις. Η Βιομηχανική Επανάσταση δηλώνει τις οικονομικές αλλαγές που έφερε η χρήση μηχανών στον τρόπο παραγωγής αγαθών. Ξεκινώντας από τα υφαντουργεία της Αγγλίας, οι μηχανές χρησιμοποιήθηκαν σε πολλούς τομείς, ακόμη και στην κατασκευή μουσικών οργάνων. Άντρες, γυναίκες και παιδιά δούλευαν στα εργοστάσια, συχνά κάτω από άθλιες συνθήκες. Η τελειοποίηση της ατμομηχανής από τον Τζέιμς Βατ οδήγησε και στην κατασκευή τρένων και ατμόπλοιων, που μετέφεραν τα αγαθά πιο γρήγορα από το ένα μέρος στο άλλο και βελτίωσαν την επικοινωνία και τα ταξίδια.
Η Αγγλία κρατούσε τα ηνία στην παγκόσμια παραγωγή υφασμάτων.
Τι σημαίνει Μπαρόκ;
Μεγαλειώδες, καινοτόμο και γεμάτο αντιθέσεις, το καινούριο στιλ που εμφανίζεται στις τέχνες γύρω στο 1600 ονομάζεται Μπαρόκ, από το πορτογαλικό barroco, που σημαίνει «μαργαριτάρι με ακανόνιστο σχήμα». Ο όρος Μπαρόκ δεν είχε και τόσο θετική σημασία, γιατί υπονοούσε κάτι υπερβολικό, παραφορτωμένο και συχνά κακόγουστο. Με το πέρασμα του χρόνου όμως, και κυρίως μετά τον 19ο αιώνα, απέκτησε θετική χροιά. Στις δημόσιες εμφανίσεις τους οι γυναίκες φορούσαν ιδιαίτερα εντυπωσιακά φορέματα με τεράστιες κομμώσεις, ενώ οι άντρες προτιμούσαν δαντελένια πουκάμισα, βελούδινα παντελόνια ως το γόνατο και περούκες με μακριά μαλλιά. Η υπερβολή είναι ιδιαίτερα φανερή στην αρχιτεκτονική της εποχής: κτίρια με βαριά ανάγλυφη διακόσμηση, περίτεχνα ζωγραφισμένους τοίχους και οροφές, και τριγυρισμένα από δαιδαλώδεις κήπους. Tο παλάτι των Βερσαλλιών του βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκου ΙΔ’ είχε πάνω από 300 δωμάτια -μεταξύ των οποίων την «Αίθουσα των Καθρεπτών», μήκους 73 μέτρων!- καθώς και κήπους που εκτείνονταν για πολλά χιλιόμετρα. Οι ιστορικοί στις αρχές του 20ού αιώνα υιοθέτησαν τον όρο Μπαρόκ για τη μουσική που αρχίζει με τη γέννηση της όπερας, γύρω στο 1600, και φτάνει στο 1750, χρονιά που πεθαίνει ο Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ, ο μεγαλύτερος μπαρόκ συνθέτης.
Τη μια στιγμή έκανε σκανταλιές και φάρσες και την άλλη καθόταν στο τσέμπαλο και έπαιζε σαν επαγγελματίας μουσικός. Αυτό το παιδί-θαύμα από το Ζάλτσμπουργκ πέρασε τα νεανικά του χρόνια ταξιδεύοντας σε όλη την Ευρώπη σε αναζήτηση του κατάλληλου ευγενή-προστάτη που θα του εξασφάλιζε ένα σίγουρο εισόδημα. Αυτό δεν έγινε ποτέ, και έτσι από το 1781 ο Μότσαρτ εγκαταστάθηκε στη Βιέννη, όπου κέρδιζε το ψωμί του δίνοντας συναυλίες (θεωρούνταν ο καλύτερος πιανίστας στην πόλη), γράφοντας όπερες κατόπιν παραγγελίας και διδάσκοντας. Παρόλο που κέρδιζε αρκετά χρήματα, αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα και συχνά εκλιπαρούσε τους πλούσιους φίλους του για δανεικά. Σίγουρα ξόδευε πολλά, γιατί του άρεσε να διασκεδάζει δίνοντας μεγάλες δεξιώσεις αλλά και γιατί η υγεία του, καθώς και της γυναίκας του Κονστάντσε, ήταν εύθραυστη. Ο Μότσαρτ πέθανε μόλις 35 ετών, αλλά άφησε πάνω από 600 έργα, δηλ. πολύ περισσότερα από άλλους συνθέτες που πέθαναν σε μεγάλη ηλικία.
Ο Γιόχαν Κρίστιαν Μπαχ ήταν από τους πρώτους συνθέτες που έγραψαν κοντσέρτα για πιάνο.
Μουσική Κλασική ή κλασική;
Ο όρος «κλασικός» χρησιμοποιείται για να εκφράσει πολλά διαφορετικά πράγματα. Κοινός παρονομαστής όμως είναι η ιδέα πως κάτι είναι υψηλής ποιότητας και με διαχρονική αξία, όπως η αρχαία ελληνική και ρωμαϊκή τέχνη. Έτσι, «κλασική» μπορεί να θεωρείται η μουσική από πολλές διαφορετικές εποχές. Ειδικά η μουσική από το 1730 μέχρι περίπου το 1810 ενσαρκώνει τα ιδανικά του μέτρου, της συμμετρίας, των αρμονικών αναλογιών και των συγκρατημένων συναισθημάτων, όλα χαρακτηριστικά του Απολλώνιου πνεύματος της κλασικής αρχαιοελληνικής τέχνης. Γι΄ αυτό, με τον όρο «Κλασική μουσική», με Κ κεφαλαίο, θα αναφερόμαστε στη μουσική της συγκεκριμένης περιόδου, για να την ξεχωρίζουμε από την «κλασική» μουσική που πηγαίνουμε να ακούσουμε σε μια αίθουσα συναυλίας και που δεν προέρχεται απαραίτητα από αυτή την περίοδο.
ομοφωνία (homophony)
Η μουσική που βασίζεται σε μια κύρια μελωδία που υποστηρίζεται από συνηχήσεις (συγχορδίες). Η εποχή της ομοφωνίας ξεκινά από τις αρχές του 17ου αιώνα και χαρακτηρίζει τη μουσική για τα επόμενα 300 χρόνια.
Τονικό Μουσικό Σύστημα ή τονικό σύστημα
Το μουσικό σύστημα που καθιερώθηκε από τα τέλη του 17ου αιώνα, σύμφωνα με το οποίο ένα μουσικό κομμάτι οργανώνεται γύρω από μια βασική νότα και συγχορδία. Το μεγαλύτερο μέρος της μουσικής που θεωρούμε σήμερα κλασική είναι γραμμένη με αυτό το σύστημα.
Συνταγή επιτυχίας
Το ενδιαφέρον για αντίθεση και ποικιλία φαίνεται καθαρά σε ένα βιβλίο του 1805, όπου ο συγγραφέας δίνει συμβουλές σε νεαρούς συνθέτες: «...στη σύνθεση ενός μουσικού έργου που περιέχει δύο ή περισσότερα μέρη, καθώς και στην επιλογή και στη σειρά παρουσίασης έργων σε μια συναυλία, πρέπει κανείς να επιζητά την αντίθεση, που αποτελεί το ασφαλέστερο μέσο για να κρατηθεί ζωντανό το ενδιαφέρον [του κοινού]. Γιατί συχνά, καθώς δεν φροντίζουν να εναλλάσσουν δυνατά με σιγανά περάσματα, την πλήρη ορχήστρα και χορωδία με κουαρτέτα και τραγούδια για λίγες φωνές, την οργανική μουσική με φωνητική, και το παλιό ύφος με το μοντέρνο, πολλές εξαιρετικές κατά τα άλλα συνθέσεις έχουν φτωχό αποτέλεσμα. Και το κοινό δεν αντέχει και παραπονιέται για τη διάρκεια των συναυλιών, που ίσως δεν θα ήταν τόσο κουραστικές αν δεν ήταν μονότονες ή αν το πρόγραμμά τους δεν είχε τόση ομοιογένεια». John Marsh, Hints to Young Composers of Instrumental Music (London, 1805), ανατ. Galpin Society Journal 18 (1965): 71, μεταφρ. Βασιλική Κουτσομπίνα.