Στα ιταλικά trombone σημαίνει «μεγάλη τρομπέτα». Και πραγματικά ο σωλήνας του τρομπονιού είναι μακρύτερος από της τρομπέτας κατά 1,50 μέτρα περίπου. Αντί για βαλβίδες έχει ένα επιπλέον κομμάτι σωλήνα σε σχήμα «U», που σύρεται μπρος-πίσω με το χέρι. Χάρη σ’ αυτό το σύστημα ο εκτελεστής μπορεί εύκολα να αυξομειώσει το σωλήνα στο μήκος που επιθυμεί. Όσο πιο μακρύς ο σωλήνας τόσο πιο βαθιές οι νότες που παίζει, και το αντίστροφο. Επομένως το τρομπόνι δεν παρουσίαζε ποτέ το πρόβλημα της τρομπέτας και του κόρνου που, πριν από τον 19ο αιώνα, μπορούσαν να παίξουν μόνο περιορισμένο αριθμό φθόγγων.
Το τρομπόνι ηχεί με μεγαλοπρέπεια και επισημότητα. Αν όμως ο εκτελεστής φυσήξει δυνατά και αποφασιστικά, ο ήχος μπορεί να γίνει απειλητικός. Άλλοτε πάλι, το τρομπόνι μπορεί να αποδώσει ανάλαφρες και ευκίνητες μελωδίες. Στο τρομπόνι η τεχνική του γκλισάντο (glissando=γλίστρημα από τον ένα φθόγγο στον άλλο) επιτυγχάνεται με ευκολία, χάρη στο κινούμενο τμήμα. Σε ειδικές περιπτώσεις μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σουρντίνα. Στην ορχήστρα χρησιμοποιούνται συχνά τρία τρομπόνια: δύο τενόροι και ένα μπάσο.