Η ονομασία της τρομπέτας προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη «στρόμβος», που σήμαινε «μεγάλο θαλασσινό κοχύλι». Ο σωλήνας της σύγχρονης τρομπέτας είναι αναδιπλωμένος για πρακτικούς λόγους (η αρχαία σάλπιγγα που ήταν πρόγονός της είχε ευθύ σωλήνα). Το σχήμα του σωλήνα είναι κυλινδρικό και καταλήγει σε καμπάνα που ανοίγει ελαφρά. Η τρομπέτα έχει τρεις βαλβίδες. Είναι όργανο με ηχητική ευελιξία, και ο λαμπρός, γεμάτος του ήχος καλύπτει μια μουσική έκταση από τρεις σχεδόν oκτάβες. Όπως και στα άλλα χάλκινα πνευστά, έτσι και στην τρομπέτα χρησιμοποιούνται διάφορα είδη από σουρντίνες, που αλλοιώνουν το ηχόχρωμα.
Χάλκινες σάλπιγγες μπορεί να συναντήσει κανείς σε όλους τους αρχαίους μεγάλους πολιτισμούς, στην Κίνα, την Αίγυπτο, το Ισραήλ, την Ελλάδα, τη Ρώμη κλπ. Οι παλιότερες που σώζονται, η μία χρυσή και η άλλη ασημένια, προέρχονται από τον τάφο του Αιγύπτιου Φαραώ Τουταγχαμών και χρονολογούνται από το 1350 π.Χ.
Κατά τον Μεσαίωνα οι σάλπιγγες χρησιμοποιούνταν κυρίως για στρατιωτικούς και τελετουργικούς σκοπούς.
Λίγο μετά το 1600, με το καινούργιο αναδιπλωμένο σχήμα που έχει επικρατήσει μέχρι τις μέρες μας, η τρομπέτα εμφανίζεται συχνά στις ορχήστρες της εποχής και κυρίως σε όπερες ή έργα εκκλησιαστικής μουσικής, ενισχύοντας το συναίσθημα σε σκηνές χαράς ή θριάμβου.
Η «φυσική» τρομπέτα αντικαταστάθηκε το 1815 από τη «χρωματική» (με βαλβίδες) και από τότε καθιερώθηκε σαν ένα από τα μελωδικά όργανα της ορχήστρας.
Όταν η τρομπέτα ... στάζει!
Όταν η τρομπέτα χρησιμοποιηθεί για αρκετή ώρα, ο ήχος της γίνεται κάπως «γαργαριστός». Αυτό συμβαίνει επειδή η ανάσα του εκτελεστή υγροποιείται μέσα στο σωλήνα, δημιουργώντας σταγόνες νερού. Τότε ο τρομπετίστας πρέπει να πατήσει το «κλειδί νερού», που ανοίγει μια τρύπα στο σωλήνα, και το νερό στάζει έξω.