Γεννήθηκε στις Βρυξέλλες και μεγάλωσε στην Αθήνα. Προερχόταν από ιστορική οικογένεια αγωνιστών του 1821 και πολιτικών. Μαζί με τους Μανώλη Καλομοίρη, Διονύσιο Λαυράγκα, Γεώργιο Λαμπελέτ και Αιμίλιο Ριάδη, θεωρείται ένας από τους θεμελιωτές της Εθνικής Μουσικής Σχολής, τόσο με κείμενά του όσο και με το μουσικό του έργο.
Από μικρός είχε έφεση στις καλές τέχνες και γι αυτό σπουδάζει στη Σχολή Καλών Τεχνών και στο Ωδείο Αθηνών. Οι γονείς του όμως θέλουν να ασχοληθεί με σπουδές πολιτικών επιστημών και τον στέλνουν στη Γαλλία, όπου αντ’ αυτού, στρέφεται προς τη μουσική και γράφεται στο Ωδείο του Παρισιού -όπου μεταξύ άλλων κάνει ιστορία μουσικής με τον Μπουργκό-Ντικουντρέ, μελετητή της ελληνικής μουσικής και του πρώτου ευρωπαίου μουσικού που εξέδωσε μουσική συλλογή ελληνικών δημοτικών τραγουδιών- και αργότερα στη Σκόλα Καντόρουμ. Στο Παρίσι γνωρίζει σημαντικούς καλλιτέχνες και συνθέτες της εποχής, όπως τον Σαιν-Σανς και τον Μωρίς Ραβέλ και τον Αιμίλιο Ριάδη. Υπήρξε φίλος με τον γνωστό ζωγράφο Αμαντέο Μοντιλιάνι, ο οποίος ζωγράφησε το «Πορτραίτο του Μάριου». Επιστρέφοντας στην Αθήνα ασχολήθηκε με τη διδασκαλία μουσικής σε διάφορα γυμνάσια και ωδεία και με τη μουσικοκριτική, ενώ ανέλαβε διάφορες διευθυντικές και διοικητικές θέσεις. Για τη δράση του τιμήθηκε με βραβεία και μετάλλια, όμως δεν κατάφερε να γίνει μέλος τη Ακαδημίας Αθηνών, παρόλο που προτάθηκε επανειλημμένα.
Τα έργα του αντλούν συνήθως έμπνευση από την ελληνική λογοτεχνία/ποίηση και δημοτική μουσική, χαρακτηρίζονται από ευγένεια και λιτότητα, με έντονα γαλλικό χρώμα. Άφησε ένα σχετικά μικρό, αλλά σημαντικό μουσικό έργο. Ανάμεσά τους υπάρχει μια σειρά από παιδικά κομμάτια για πιάνο, μουσική δωματίου, έργα για ορχήστρα, μουσική για αρχαίο θέατρο και την όπερα «Το απόγεμα της αγάπης».